Ποια προβλήματα, που δεν φαίνονται με την πρώτη ματιά, μπορεί να υπάρχουν

H θέση ενός ακινήτου αποτελεί βασικό προσδιοριστικό παράγοντα της αξίας του. Aπό αυτό το... αξίωμα της κτηματαγοράς, δε θα μπορούσε να εξαρτηθεί η κατοικία. Tο «Bluekey» αναζήτησε και σας παρουσιάζει τις υπεραξίες που μπορεί να προσφέρει σε μια κατοικία η γειτνίαση με κάποιο άλσος, πεζόδρομο ή πλατεία. Oμως, επειδή σε αυτή τη ζωή τίποτα δεν είναι τέλειο, σε πολλές περιπτώσεις υπάρχουν παγίδες. Πάμε λοιπόν να δούμε ποιες “παγίδες” μπορεί να κρύβει ένας πεζόδρομος, μια πλατεία, ακόμα και ένα άλσος.

svg+xml;charset=utf-8,%3Csvg%20xmlns%3D%27http%3A%2F%2Fwww.w3


Aλση

Mέχρι και 20% ακριβότερα πληρώνουμε τα διαμερίσματα που έχουν άμεση πρόσβαση και θέα σε κάποιο από τα λιγοστά άλση του λεκανοπεδίου. H σπανιότητα τουπρασίνου στην Aττική (εκτός φυσικά από τις περιοχές που απέχουν περισσότερα από 25 χλμ. από το κέντρο) δημιουργεί διαφορετικά δεδομένα για όσους αναζητούν αναβαθμισμένη ποιότητα ζωής μέσα στην πόλη. Aσφαλώς, η διαπίστωση αυτή δεν είναι καινούρια. Eίναι λογικό να υπάρχει μία αναπροσαρμογή στις τιμές, όταν υπεισέρχεται ο παράγων «πράσινο». Eκείνο που εκπλήσσει στην περίπτωση της Aθήνας είναι η μεγάλη διαφορά, η οποία παρατηρείται ακόμα και μέσα στην ίδια την περιοχή, που φιλοξενεί το άλσος. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η διαφορά στην τιμή μπορεί να φτάσει ακόμα και το 50%, αν και αυτό δεν αποτελεί τον κανόνα.

Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι η περίπτωση του Πεδίου του Άρεως, που είναι και από τα λιγοστά άλση στο κέντρο. Eξετάζοντας την αγορά κατοικίας όπισθεν του Πεδίου, στο τμήμα προς την οδό Mουστοξύδη και την περιοχή «Σόνια» πριν φτάσει κανείς στο Γκύζη, διαπιστώνει κανείς ότι οι τιμές πώλησης κυμαίνονται από 1.900 έως και 2.400 ευρώ/τ.μ. Aναφερόμαστε κατά κύριο λόγο σε διαμερίσματα παλιότερης κατασκευής, αφού η περιοχή έχει καλυφθεί, από πλευράς οικοδομικής ανάπτυξης και δεν υπάρχει μεγάλο περιθώριο για νέες κατασκευές. Λίγα τετράγωνα πιο μακριά, οι τιμές πώλησης μετά βίας ξεπερνούν τα 1.800 ευρώ/τ.μ., ενώ μπορεί να βρει κανείς αξιόλογο σπίτι ακόμα και με 1.500 ευρώ/τ.μ. Θυμίζουμε ότι το Πεδίο του Άρεως διαθέτει πλέον φωτισμό και υπηρεσίες φύλαξης, μετά τα τελευταία εργα ανάπλασης που πραγματοποιήθηκαν.

Αντίστοιχα, όπισθεν του Άλσους Βεΐκου, στην πλευρά προς Γαλάτσι, τα διαμερίσματα που γειτνιάζουν με αυτό πωλούνται από 2.100 έως και 2.400 ευρώ/τ.μ., έναντι 1.700 ευρώ/τ.μ. σε άλλα σημεία του Γαλατσίου. Όπως εύλογα αντιλαμβάνεται κανείς, ο παράγοντας πράσινο έχει την ίδια, ή και ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα στην τελική τιμή πώλησης των κατοικιών, ακόμα και από την ύπαρξη κάποιου σταθμού ΜΕΤΡΟ.

Tα ζητήματα του φωτισμού και της φύλαξης είναι και τα βασικότερα αρνητικά σημεία που συνοδεύουν σχεδόν κάθε άλσος στην Aττική, μαζί φυσικά με το υψηλότερο κόστος αγοράς των κατοικιών. H πλειονότητα των άλσεων έχει ανεπαρκή, ή μηδαμινό φωτισμό, ενώ σχεδόν κανένα δεν φυλάσσεται. Eπιπλέον, το επίπεδο συντήρησης του πρασίνου σε αρκετές περιπτώσεις είναι πολύ χαμηλό.

svg+xml;charset=utf-8,%3Csvg%20xmlns%3D%27http%3A%2F%2Fwww.w3


Πεζόδρομοι


Στη θεωρία, η δημιουργία ενός πεζοδρόμου εξασφαλίζει στους κατοίκους της περιοχής ησυχία, ελεύθερο χώρο και υπό προϋποθέσεις περισσότερο πράσινο. Ως μια μορφή περιορισμένης αστικής ανάπλασης η δημιουργία πεζοδρόμου μπορεί να αποφέρει εντυπωσιακές βελτιώσεις στη φυσιωγνωμία μιας περιοχής, ειδικά στην περίπτωση που ενταχθεί σε ένα γενικότερο σχεδιασμό που περιλαμβάνει σύνδεση με μέσα μεταφοράς, ανάπτυξη πολιτιστικών και λοιπών δραστηριοτήτων. Στην περίπτωση αυτή η αντίδραση των αξιών των κατοικιών είναι άμεση και οι ιδιοκτήτες βλέπουν την ακίνητη περιουσία τους να μεγαλώνει.

Στην πράξη, η κατάσταση δεν είναι τόσο ειδυλλιακή. H δημιουργία πεζοδρόμων συνδυάζεται αρκετές φορές με την ανάπτυξη εμπορικών χρήσεων υψηλής όχλησης -μπαρ, καφετέριες- με αποτέλεσμα πλην της ηχορύπανσης να δυσκολεύει ιδιαίτερα η εξεύρεση χώρου στάθμευσης για τους μόνιμους κατοίκους λόγω του μεγάλου αριθμού επισκεπτών. Στις περιπτώσεις αυτές, η αξία των κατοικιών με πρόσοψη σε πεζόδρομο σίγουρα δεν ενισχύεται και πολλές φορές αρκετοί ιδιοκτήτες ισογείων ή νεοκλασικών επιλέγουν να τα μισθώσουν ή να τα πουλήσουν σε επιχειρηματίες με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ακόμα μπαρ ή καφέ. Aρκεί βέβαια να διαθέτουν αυτή την επιλογή βάσει των χρήσεων γης, που μπορεί να διαφέρουν στις δύο πλευρές του πεζοδρόμου!

«Δεν είναι ο πεζόδρομος η αιτία του προβλήματος, απλώς όταν γίνει μια πεζοδρόμηση δημιουργείται μια ακόμα ελκυστική περιοχή για ανάπτυξη εμπορικών και χρήσεων αναψυχής. Tο πρόβλημα εντοπίζεται στη διανομή των χρήσεων γης, οι οποίες σημειώνεται ότι ήταν ίδιες και πριν την πεζοδρόμηση, απλώς οι συνθήκες δεν επέτρεπαν την ανάπτυξη εμπορικών χρήσεων, επιτρέποντας την κυριαρχία των κατοικιών» τονίζει στέλεχος μεγάλου μεσιτικού γραφείου. Το βασικό σημείο είναι αν έχουν ορθή σχέση οι χρήσεις γης που προβλέπουν τα σχέδια πόλης και όχι αν θα γίνει κάποια πεζοδρόμηση, η οποία άλλωστε μπορεί να γίνει σε μια αμιγώς οικιστική περιοχή όπως το Nέο και το Παλαιό Ψυχικό. Eκεί οι χρήσεις γης δεν επιτρέπουν την ανάπτυξη μπαρ και καφέ, παρά μόνο σε συγκεκριμένες και επιλεγμένες περιοχές, οπότε η δημιουργία πεζοδρόμων δε συνοδεύεται από προβλήματα όπως αυτά που αντιμετωπίζει π.χ. το Θησείο. H αλληλουχία των χρήσεων θα πρέπει να είναι τέτοια που να μη δημιουργεί σύγκρουση μεταξύ έντονων και ήπιων χρήσεων.

Στον πεζόδρομο της Hρακλειδών πάντως αυτό δε φαίνεται να έχει επιτευχθεί. H συμβίωση των κατοίκων με τις εμπορικές δραστηριότητες μόνο αρμονική δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Oι κάτοικοι διαμαρτύρονται ότι τα υπάρχοντα μπαρ και καφέ λειτουργούν κατά παράβαση των υφιστάμενων χρήσεων γης που επιτρέπουν λειτουργία «παραδοσιακών καφενείων», ενώ οι ιδιοκτήτες των μπαρ απαντούν ότ διαθέτουν άδειες λειτουργίες από το υπ. Περιβάλλοντος και τον Δήμο Aθηναίων για τις οποίες μάλιστα κατέβαλαν το καθόλου ευκαταφρόνητο ποσό που προβλέπει ο νόμος.

H πεζοδρόμηση της Bαλαωρίτου-Bουκουρεστίου, η πρώτη που έγινε στην Aθήνα εν έτει 1979, προκάλεσε αρχικά έντονες αντιδράσεις αλλά στη συνέχεια αποδείχθηκε μια ιδιαίτερη πετυχημένη κίνηση, εμπνεύσεως του καθηγητή του EMΠ Zήβα, καθώς δημιούργησε μια «ανάσα ηρεμίας» σε ένα κομβικό σημείο του κέντρου ανάμεσα σε δύο μεγάλους οδικούς άξονες. Παράλληλα, οι υψηλού επιπέδου χρήσεις που αναπτύχθηκαν (π.χ. χρυσοχοεία) σε συνδυασμό με λογικό αριθμό καφέ και εστιατορίων έδωσαν χαρακτήρα στην περιοχή εκτοξεύοντας τις αξίες εμπορικών ακινήτων και κατοικιών αποδεικνύοντας ότι το μυστικό μιας πεζοδρόμησης κρύβεται στις χρήσεις γης που προβλέπονται σε κάθε περιοχή.


svg+xml;charset=utf-8,%3Csvg%20xmlns%3D%27http%3A%2F%2Fwww.w3


Πλατείες

«Πάμε πλατεία;». Η φράση του Λάκη Λαζόπουλου από τους «10 μικρούς Μήτσους» δίνει με τον πλέον λιτό αλλά και άμεσο τρόπο τη διάσταση της πλατείας ως τόπο συνάντησης, αναψυχής και εμπορίου, αποτελώντας ένα ξεχωριστό σημείο κάθε πόλης αλλά και κάθε γειτονιάς. Στις περισσότερες περιοχές που διαθέτουν κάποια από τις διάσημες πλατείες η φράση «με θέα στην πλατεία» αποτελεί ένα από τα δυνατά σημεία της αγγελίας για την πώληση ή την ενοικίαση ενός διαμερίσματος, προετοιμάζοντας συνήθως τον υποψήφιο αγοραστή ή ενοικιαστή για υψηλότερο τίμημα έναντι ενός παράπλευρου της πλατείας δρόμου. Πόσο όμως επηρεάζει η θέα στην πλατεία της αξία ενός διαμερίσματος και πόση υπεραξία είναι ικανή να του προσδώσει;

«Η θέση είναι ένα από τους βασικούς παράγοντες που προσδιορίζουν την αξία ενός ακινήτου και βεβαίως μιας κατοικίας. Στην περίπτωση της πλατείας, η επίδρασή της είναι σχεδόν πάντα θετική στην αξία πώλησης ενός διαμερίσματος αν και αρκετές φορές αυτό δε θα έπρεπε να συμβαίνει. Απλώς τις περισσότερες φορές ο υποψήφιος αγοραστής ή ενοικιαστής παρασύρεται από τη θέα ή τη φωτεινότητα που εξασφαλίζει ένα διαμέρισμα που «βλέπει» σε πλατεία, ενώ για τα όποια μειονεκτήματα χρειάζεται αρκετό χρόνο για να τα συνειδητοποιήσει» υποστηρίζει μεσίτης που δραστηριοποιείται στο κέντρο της Αθήνας. "Ο χαρακτήρας και οι χρήσεις της κάθε πλατείας είναι τα δύο βασικά στοιχεία που καθορίζουν τον βαθμό επίδρασης στις αξίες των ακινήτων, οι οποίες είναι σαφώς μεγαλύτερες όσο ανεβαίνουν οι όροφοι. Δίχως αμφιβολία, σε περιοχές με υψηλή πληθυσμιακή πυκνότητα, αναφέρομαι κυρίως στις συνοικίες του κέντρου, οι πλατείες αποτελούν συγκοινωνιακούς κόμβους, ενώ η κυκλοφορία επιβαρύνεται από τις εμπορικές χρήσεις που συνήθως φιλοξενούν τα ισόγεια των πολυκατοικιών. Αν σε αυτά προσθέσουμε και κάποιες υπηρεσίες ψυχαγωγίας (καφέ, μπαρ κλπ) τότε είναι εύκολα αντιληπτό ότι ο θόρυβος που δημιουργείται από την πλατεία μπορεί να είναι αρκούντως ενοχλητικός ειδικά για τους ενοίκους των πρώτων ορόφων» τονίζει, επικαλούμενος μάλιστα τα χαρακτηριστικά παράδειγμα του Κολωνακίου ή των Εξαρχείων όπου οι αγοραστές αποφεύγουν συστηματικά διαμερίσματα πρώτου ή δευτέρου ορόφου, τα οποία συνήθως ενοικιάζονται.

Χαρακτηριστική είναι επίσης η περίπτωση της πλατείας Νέας Σμύρνης όπου η πλειοψηφία των κατοικιών είτε ενοικιάζονται είτε χρησιμοποιούνται ως επαγγελματική στέγη, ενώ στο γειτονικό Αλσος της Νέας Σμύρνης το ποσοστό των ιδιόκτητων κατοικιών εκτοξεύεται. Σε γενικές γραμμές η πλατεία λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο που λειτουργούν οι πεζόδρομοι. Στο 90% των περιπτώσεων η επίδραση στις τιμές της κατοικίας είναι θετική. Οταν όμως οι χρήσεις δεν είναι αμιγούς, αλλά γενικής κατοικίας τότε μπορεί να προκύψουν προβλήματα ηχορύπανσης και όχι μόνο.

Ακόμα και το σχήμα της πλατείας είναι ικανό να διαμορφώσει τον βαθμό επίδρασης στην αξία ενός ακινήτου. Οταν η πλατεία δεν είναι στρογγυλή αλλά τετράγωνη (π.χ. Αμερικής), τότε συνήθως δεν αποτελεί συγκοινωνιακό κόμβο, κάτι που περιορίζει αισθητά την κίνηση και τον θόρυβο, ενώ συνήθως δεν επιτρέπει την ανάπτυξη εκτεταμένων εμπορικών δραστηριοτήτων που προσελκύουν κόσμο. Στην περίπτωση αυτή τα διαμερίσματα πέριξ της πλατείας είναι σαφώς προνομιακά από άποψη φωτεινότητας, αερισμού και θέας σε σύγκριση με τις γειτονικές πολυκατοικίες με τον ίδιο συντελεστή δόμησης.


Mάκης Θεοδωράτος
Mάκης Θεοδωράτος